Η αγορά και ιδίως οι μικρές επιχειρήσεις, που κατά βάση τροφοδοτούνται από την εγχώρια κατανάλωση, περιμένουν με ανυπομονησία την εορταστική περίοδο για να πάρουν ανάσες ρευστότητας.
Φέτος η συνθήκη είναι ακόμη πιο απαιτητική, καθώς αφενός η «τεκμαρτή» φοροκαταιγίδα, που ψηφίστηκε πρόσφατα, και αφετέρου o Προϋπολογισμός υπερεσόδων του 2024 -εκ των οποίων ελάχιστα επιστρέφουν στην κοινωνία και στην πραγματική οικονομία-, διαμορφώνουν ένα ασφυκτικό πλαίσιο.
Τα δημόσια έσοδα αυξάνονται, ενώ η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών μειώνεται λόγω της συνεχώς αυξανόμενης ακρίβειας. Τα μέτρα που έχουν μέχρι στιγμής δοκιμαστεί δεν έχουν οδηγήσει σε αποκλιμάκωση των τιμών, ιδιαίτερα όσον αφορά τα βασικά αγαθά, όπως τα τρόφιμα, των οποίων οι τιμές την τελευταία διετία έχουν αυξηθεί κατά 25% (ΕΛΣΤΑΤ), χωρίς μάλιστα τάσεις αποκλιμάκωσης.
Το νέο φορολογικό σύστημα των ελεύθερων επαγγελματιών, που ουσιαστικά καθορίζει ένα οριζόντιο τεκμαρτό εισόδημα με κατώφλι φόρου τα 1.500 ευρώ, θα φέρει πιο κοντά τα λουκέτα, που είναι ήδη προ των πυλών πολλών επιχειρήσεων, και αφετέρου θα λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής στο γενικό επίπεδο τιμών. Οι έρευνες κλίματος του Ινστιτούτου της ΓΣΕΒΕΕ (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) επιβεβαιώνουν, άλλωστε, ότι η μετακύλιση του κόστους λειτουργίας στις τιμές αποτελεί το ύστατο βήμα των επαγγελματιών πριν από την «τελική έξοδο» μιας επιχείρησης από την αγορά.
Παράλληλα, το βασικό χαρακτηριστικό του Προϋπολογισμού για το 2024 είναι η υπερφορολόγηση, καθώς το σύνολο των φόρων αναμένεται να φτάσει τα 62,96 δισ. ευρώ, από 56,75 δισ. ευρώ που είχαν προϋπολογιστεί για το 2023. Πρόκειται για αύξηση της τάξης του 11%, σαφώς πολλαπλάσια της αναμενόμενης αύξησης του ΑΕΠ κατά 2,9%. Οι κυριότερες πηγές από τις οποίες θα προέλθει η υπερφορολόγηση είναι: αύξηση των εσόδων από ΦΠΑ κατά 2,18 δισ. ευρώ -με τη ζήτηση, ωστόσο, να επηρεάζεται αρνητικά λόγω της ακρίβειας-, αύξηση των εσόδων από φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων κατά 1,7 δισ. ευρώ και αύξηση των εσόδων από φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Συνεπώς, βρισκόμαστε απέναντι σε μια πραγματικότητα διπλής συμπίεσης των επιχειρήσεων τόσο από τη συρρίκνωση της ενεργούς ζήτησης που οδηγεί σε λιγότερα έσοδα, όσο και από τις επιπλέον υποχρεώσεις σε φορολογία από εδώ και πέρα και σε ασφάλιση, ήδη από τις αρχές του 2023.
Προφανώς χρειαζόμαστε, προσδοκούμε και θα πιέσουμε με όλες μας τις δυνάμεις για ένα άλλο μείγμα πολιτικής το 2024, μέσα από την υποστήριξη ενός παραγωγικού προτύπου με επίκεντρο τη μικρή επιχείρηση. Πρότυπο που θα βασίζεται στη στοχευμένη στήριξη συνεργατικών σχημάτων, μέσω καλλιέργειας της συνεργατικότητας, της τοπικότητας, της παραγωγικής επάρκειας και μελλοντικά αυτάρκειας και της αποτελεσματικότερης λειτουργικής διασύνδεσης μεταξύ επιχειρήσεων, παραγωγικών δραστηριοτήτων και ευρύτερων οικονομικών τομέων σε εγχώριο επίπεδο.