Σε λίγες ημέρες ετοιμαζόμαστε να αποχαιρετήσουμε το 2023 και να υποδεχθούμε μια νέα χρονιά, με την ελπίδα όλων μας να αποδειχθεί καλύτερη από αυτήν που φεύγει.
Η αλήθεια είναι ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών εντάθηκαν οι πιέσεις προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, κυρίως λόγω της ακρίβειας, με αποτέλεσμα να έχει μειωθεί το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών. Κάτι που φαίνεται κάθε ημέρα στους τζίρους των επιχειρήσεων.
Η ανάγκη να καλυφθούν ανελαστικές υποχρεώσεις οδηγεί τους καταναλωτές στη δραστική μείωση των αγορών τους και ταυτόχρονα εντείνει την ανησυχία τους. Αυτό προκύπτει και από τα αποτελέσματα της έρευνας που διεξήγαγε πριν από λίγο καιρό η Opinion Poll για λογαριασμό του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 96% των ερωτηθέντων απάντησε ότι η ακρίβεια τους απασχολεί πολύ και αρκετά.
Μπορεί η αγορά να κινηθεί κάπως καλύτερα αυτές τις εορταστικές ημέρες, όμως σίγουρα δεν είναι δυνατόν τα όποια αυξημένα έσοδα του εμπορικού κόσμου να καλύψουν τόσες υποχρεώσεις. Ηδη, το ιδιωτικό χρέος αποτελεί έναν δυνατό «πονοκέφαλο» για τους οφειλέτες, ενώ η έλλειψη ρευστότητας απασχολεί τη συντριπτική πλειονότητα των ΜμΕ. Ερχεται σε λίγο και η αυξημένη φορολογία για πολλούς ελεύθερους επαγγελματίες, κάτι που σημαίνει ότι για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού η κατάσταση γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Μην ξεχνάμε ότι πλέον δεν μπορούμε να υπολογίζουμε και στην κρατική στήριξη μιας σοβαρής δαπάνης, αυτής των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος.
Ολα τα παραπάνω δείχνουν ότι δεν είναι πολλοί οι λόγοι για τους οποίους μπορούμε να αισιοδοξούμε για το άμεσο μέλλον. Μοναδικός τρόπος αντιστροφής του κλίματος είναι να εφαρμόσει η κυβέρνηση άλλα μέτρα για τη συγκράτηση των τιμών, την ενίσχυση των επιχειρήσεων, τη στήριξη των ευάλωτων. Τα «καλάθια» και τα «pass» δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα και αυτό είναι πλέον ξεκάθαρο. Στην έρευνα του ΕΕΑ, το 43,8% δηλώνει καθόλου και το 31,8% λίγο ικανοποιημένο από την προσπάθεια της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση συνολικά της ακρίβειας, κάτι που πρέπει να προβληματίσει το οικονομικό επιτελείο.
Η μείωση των έμμεσων φόρων, η οποία δεν έχει εφαρμοστεί έως σήμερα, μπορεί να συμβάλει στη μείωση των τιμών που έχει ανάγκη η κοινωνία. Οσο για τη στήριξη των επιχειρήσεων, το ζητούμενο είναι να εξασφαλιστεί η αναγκαία ρευστότητα. Να μπορούν όσο το δυνατόν περισσότερες ΜμΕ να αποκτήσουν πρόσβαση σε χρηματοδοτικά προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ, καθώς και στον τραπεζικό δανεισμό, από τον οποίο παραμένουν έως σήμερα αποκλεισμένες. Σημαντική «ανάσα» για το επιχειρείν θα είναι και μια νέα ρύθμιση για το σύνολο των οφειλών και χωρίς τις προϋποθέσεις που υπήρχαν στις προηγούμενες ρυθμίσεις, έτσι ώστε να ξεκινήσει κάποιος να αποπληρώνει.
Εφόσον γίνουν αυτές οι κινήσεις, τότε σίγουρα θα υπάρχουν πολλοί λόγοι αισιοδοξίας για το 2024. Αν όμως συνεχίσουμε στην ίδια πορεία, τότε εκτιμώ ότι η χρονιά που έρχεται θα είναι χειρότερη από αυτήν που φεύγει.