Από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής που δημοσιοποιήθηκαν πρόσφατα, προκύπτουν τρία βασικά και πολύ σημαντικά επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας:
Πρώτον, η δεύτερη μεγαλύτερη μείωση του δημόσιου χρέους στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Δεύτερον, η σημαντική υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων το 2023, που καθιστά πιο εύκολο τον φετινό στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ.
Τρίτον, το σημαντικά χαμηλότερο δημοσιονομικό έλλειμμα, που διευκολύνει την επίτευξη για φέτος ελλείμματος κάτω από 1,5% του ΑΕΠ, όπως και απαιτείται για χώρες με υψηλό χρέος όπως η Ελλάδα.
Τα στοιχεία αυτά ενισχύουν ακόμα περισσότερο την αξιοπιστία της Ελληνικής Δημοκρατίας απέναντι τόσο στους εταίρους της, όσο και στις αγορές.
Σημαίνουν ακόμα μεγαλύτερο δημοσιονομικό χώρο για περαιτέρω στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, σε μια περίοδο πληθωριστικών πιέσεων (ειδικότερα στα τρόφιμα), πάντα σε λελογισμένο πλαίσιο.
Συνεπώς, η Ελλάδα συνεχίζει να κερδίζει όλο και περισσότερο την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών, καθοδηγούμενη από τη συνεπή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και την παγίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Η σημαντική βελτίωση στις οικονομικές επιδόσεις της χώρας έχει συμβάλει σημαντικά στο να διαμορφώσει μια αίσθηση σταθερότητας και να αυξήσει την επενδυτική της ελκυστικότητα. Αυτό το θετικό στοιχείο δημιουργεί ένα περιβάλλον στο οποίο οι επενδυτές αισθάνονται πιο σίγουροι να επενδύσουν τα κεφάλαιά τους, στηρίζοντας έτσι την περαιτέρω ανάπτυξη της χώρας.
Παρότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, τονίζεται η ανάγκη για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις, όπως η δημιουργία πιο ευέλικτων και, κατ’ επέκταση, ταχύτερων διαδικασιών στην εκδίκαση των δικαστικών αποφάσεων.
Η πιο γρήγορη επίλυση νομικών διαφορών μπορεί να αυξήσει σημαντικά το ενδιαφέρον των επενδυτών, καθώς παρέχεται η διασφάλιση ότι τυχόν διαφορές θα διευθετούνται αποτελεσματικά και έγκαιρα, ταυτόχρονα με ένα σταθερό και ενιαίο νομικό και κανονιστικό πλαίσιο στο σύνολο της δημόσιας διοίκησης.
Από την άλλη πλευρά, παράλληλα με την καταγραφή της δημοσιονομικής προόδου της χώρας μας, οι διεθνείς θεσμικοί φορείς βάζουν τους δικούς τους αστερίσκους, κάνοντας λόγο για θέματα και μεγέθη που απαιτούν περαιτέρω προσαρμογή και παρακολούθηση.
Σε τι αναφέρονται;
Στο γεγονός ότι, παρά τη σημαντική του μείωση, το δημόσιο χρέος παραμένει υψηλό.
Ακόμα, στο σημαντικό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, στο υψηλό έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και στην υψηλή ανεργία. Αυτά καταγράφει ως βασικά προβληματικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου.
Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν κρύβει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι προεκλογικές περίοδοι σε πολλά μέρη του κόσμου -όπως και στην Ελλάδα, λόγω ευρωεκλογών- ενέχει τον κίνδυνο χαλάρωσης.
Και αυτό είναι ακόμα πιο επικίνδυνο, με δεδομένο ότι εξακολουθούμε να είμαστε σε περιβάλλον υψηλών επιτοκίων. Συνεπώς, και στην Ελλάδα απαιτείται το κατάλληλο μείγμα μέτρων στήριξης των νοικοκυριών και επιχειρήσεων, μέσα σε περιβάλλον δημοσιονομικής συγκράτησης και δημιουργίας δημοσιονομικών αποθεμάτων. Διότι, αλλιώς, θα οδηγηθούμε σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα χρέους.
Η ελληνική οικονομία, λοιπόν, και έχει βάλει τις βάσεις για την πλήρη εξυγίανσή της και έχει όλες τις προοπτικές για να αυξήσει τις εισερχόμενες επενδύσεις και να τονώσει την ανάπτυξη. Αυτοί οι δύο παράγοντες της παρέχουν και τα εφόδια για να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα, ταχύτερα και αποτελεσματικότερα τα όποια αγκάθια παραμένουν στον δρόμο της.